Ντάπια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ντάπια

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ντάπια οι Ντάπιες
      γενική της Ντάπιας
    αιτιατική την Ντάπια τις Ντάπιες
     κλητική Ντάπια Ντάπιες
Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο.
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ντάπια < ντάπια

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈda.pça/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ντά‐πια

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ντάπια θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]