Ντον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- Ντον < (μεταγραφή) αγγλική Don • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ντον αρσενικό άκλιτο
- ανδρικό όνομα, υποκοριστικό του Donald ή του Gordon
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ντον θηλυκό άκλιτο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Ντον
|
Ετυμολογία 3[επεξεργασία]
- Ντον < ρωσική Дон • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ντον αρσενικό άκλιτο
- ποταμός της Ρωσίας στην Ευρώπη που εκβάλλει στη Αζοφική Θάλασσα
- ↪ «Ο ήρεμος Ντον» ή «Ο ήρεμος Δον» είναι τίτλος μυθιστορήματος του ρώσου νομπελίστα Μιχαήλ Σολόχοφ.
- άλλες μορφές: Δον (λογιότερη γραφή)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Ντον στη Βικιπαίδεια
Κατηγορίες:
- Μεταγραμμένοι όροι από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Φωνητικές αποδόσεις από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ρωσικά (νέα ελληνικά)
- Ποταμοί της Ρωσίας στην Ευρώπη (νέα ελληνικά)
- Ποταμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ρωσίας στην Ευρώπη (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Ποταμοί της Ρωσίας (νέα ελληνικά)
- Ποταμοί της Ευρώπης (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)