Οινοπολίτη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Οινοπολίτη < γενική ενικού του αρσενικού Οινοπολίτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Οινοπολίτη θηλυκό άκλιτο
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Οινοπολίτη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Οινοπολίτης