Οξφόρδη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Οξφόρδη | ||
γενική | της | Οξφόρδης | ||
αιτιατική | την | Οξφόρδη | ||
κλητική | Οξφόρδη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Οξφόρδη < (ορθογραφικό δάνειο) αγγλική Oxford + -η
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Οξφόρδη θηλυκό
- (πόλη) πανεπιστημιούπολη της Αγγλίας
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Οξφόρδη στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ορθογραφικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -η (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Αγγλίας (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Αγγλίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Μεγάλης Βρετανίας (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)