Ουριήλ
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ουριήλ < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ουριήλ αρσενικό άκλιτο
- (θρησκεία) ένας από τους Αρχαγγέλους της Χριστιανικής Θρησκείας
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ουριήλ
|