ΠΕΝΕΝ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΠΕΝΕΝ < Πανελλήνια Ένωση Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /peˈnen/

Συντομομορφή[επεξεργασία]

Π.Ε.Ν.Ε.Ν. θηλυκό αρκτικόλεξο