Παιθώτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Παιθώτης οἱ Παιθῶται
      γενική τοῦ Παιθώτου τῶν Παιθωτῶν
      δοτική τῷ Παιθώτ τοῖς Παιθώταις
    αιτιατική τὸν Παιθώτην τοὺς Παιθώτᾱς
     κλητική ! Παιθῶτ Παιθῶται
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Παιθώτ
γεν-δοτ τοῖν  Παιθώταιν
Συνήθως στον ενικό.
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Παιθώτης < + -ώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Παιθώτης αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Παιθώτης - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven