Παλαίκυθρο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Παλαίκυθρο < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Παλαίκυθρο θηλυκό

  • οικισμός της Κύπρου στο κατεχόμενο από τους Τούρκους τμήμα της (Επαρχία Λευκωσίας)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]