Περιστέρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: περιστέρα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Περιστέρα οι Περιστέρες
      γενική της Περιστέρας
    αιτιατική την Περιστέρα τις Περιστέρες
     κλητική Περιστέρα Περιστέρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Περιστέρα < περιστέρα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Περιστέρα θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. ονομασία για χωριά της Ελλάδας

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]