Πλήθων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

πτώση ενικός
ονομαστική Πλήθων και Πλήθωνας
γενική Πλήθωνος και Πλήθωνα
αιτιατική Πλήθωνα
κλητική Πλήθων και Πλήθωνα

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πλήθων < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Πλήθων < μετονομασία του Γεμιστός σε αρχαϊκότερη μορφή[1] (αρχαία ελληνική πλήθω: γεμίζω, γίνομαι πλήρης), με ηχητική συγγένεια με το Πλάτων

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πλήθων αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν, τόμ. 10 (Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Ελευθερουδάκη, 1930), σ. 729, λήμμα «Πλήθων»: «Γεώργιος Γεμιστός, μετονομασθείς είτα επί το αρχαϊκότερον Π[λήθων]».