Ποταμιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ποταμιά, ποτάμια, Ποτάμια

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /po.taˈmɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πο‐τα‐μιά
ομόηχο: ποταμιά

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ποταμιά οι Ποταμιές
      γενική της Ποταμιάς των Ποταμιών
    αιτιατική την Ποταμιά τις Ποταμιές
     κλητική Ποταμιά Ποταμιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ποταμιά < ποταμιά

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ποταμιά θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

τοπωνύμια:

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

Ποταμιά < γενική ενικού του αρσενικού Ποταμιάς

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ποταμιά θηλυκό, άκλιτο

Μεταγραφές[επεξεργασία]


Ετυμολογία 3[επεξεργασία]

Ποταμιά : κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]

Ποταμιά αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]

Παρώνυμα[επεξεργασία]