Προβαλίσιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Προβαλίσιος οἱ Προβαλίσιοι
      γενική τοῦ Προβαλισίου τῶν Προβαλισίων
      δοτική τῷ Προβαλισί τοῖς Προβαλισίοις
    αιτιατική τὸν Προβαλίσιον τοὺς Προβαλισίους
     κλητική ! Προβαλίσιε Προβαλίσιοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Προβαλισίω
γεν-δοτ τοῖν  Προβαλισίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Προβαλίσιος < Προβάλινθος + -ίσιος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Προβαλίσιος αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]