Πυξαριάς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Πυξαριάς | οι | Πυξαριάδες |
γενική | του | Πυξαριά | των | Πυξαριάδων |
αιτιατική | τον | Πυξαριά | τους | Πυξαριάδες |
κλητική | Πυξαριά | Πυξαριάδες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Πυξαριάς < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pi.ksaɾˈʝas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πυ‐ξα‐ριάς
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Πυξαριάς αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψαράς' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Βουνά της Εύβοιας (νέα ελληνικά)
- Βουνά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Εύβοιας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)