Ρομπέρτο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ρομπέρτο < (άμεσο δάνειο) ιταλική Roberto
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ρομπέρτο αρσενικό άκλιτο
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ρομπέρτο
|