Ρου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ρου

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ρου < (μεταγραφή) γαλλική Roux

Μεταγραφή[επεξεργασία]

Ρου αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο