Ρόδω
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Ρόδω | οι | Ρόδες |
| γενική | της | Ρόδως | των | Ρόδων |
| αιτιατική | τη | Ρόδω | τις | Ρόδες |
| κλητική | Ρόδω | Ρόδες | ||
| Ο πληθυντικός σε -ες είναι σπάνιος. | ||||
| Κατηγορία όπως «τρελέγκω» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ρόδω < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈɾo.ðo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ρό‐δω
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ρόδω θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]- "Συλλογή κύριων ονομάτων των νεότερων Ελλήνων Θράκης". Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού. 1. Αθήνα: Τυπογραφείον Σεργιάδου. 1934-35. σελ. 218-224.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τρελέγκω' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες - ονόματα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα με επίθημα -ω (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)