Σάξονας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: σάξονας

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σάξονας οι Σάξονες
      γενική του Σάξονα των Σαξόνων
    αιτιατική τον Σάξονα τους Σάξονες
     κλητική Σάξονα Σάξονες
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σάξονας < (άμεσο δάνειο) αγγλική Saxon < αγγλοσαξονική Seaxan (Σάξονες) < λατινική Saxones (Σάξονες)
Συγγενές με το αγγλικό seax, ένα μαχαίρι που χρησιμοποιούσαν οι Σάξονες και έγιναν γνωστοί για αυτό

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σάξονας αρσενικό ή θηλυκό (σπάνια θηλυκό Σαξόνισσα)

  1. (εθνικό όνομα, ιστορία) οι Σάξονες: γερμανικό φύλο που κατοικούσε στα δυτικά παράλια της σημερινής Γερμανίας και εισέβαλε στην Αγγλία κατά τον 5ο αιώνα
  2. (πατριδωνυμικό) κάτοικος της Σαξονίας, ένα ομόσπονδο κρατίδιο της σημερινής Γερμανίας

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]