Σάρρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σάρρα < εβραϊκή שָׂרָה, μετάφραση: ηγεμονίς

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σάρρα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]