Σέρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: σέρα, Σέρρα

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σέρα < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σέρα αρσενικό ή θηλυκό

  1. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
  2. ποταμός της Τουρκίας, στην περιοχή της Τραπεζούντας, στον Πόντο (και Σέρρα)
  3. λίμνη της Τουρκίας, στην οποία καταλήγει ο ομώνυμος ποταμός

Μεταγραφές

[επεξεργασία]
  • Κατάλογος επωνύμων των Κυπρίων πολιτών, 31/12/1899 - 19/06/2016, Εθνική Διαδικτυακή Πύλη Ανοικτών Δεδομένων, Κυπριακή Δημοκρατία, CC-BY-4.0, ανακτήθηκε 6/10/2023 [1]