Σαμαλτάνα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Σαμαλτάνα οι Σαμαλτάνες
      γενική της Σαμαλτάνας των Σαμαλτάνων
    αιτιατική τη Σαμαλτάνα τις Σαμαλτάνες
     κλητική Σαμαλτάνα Σαμαλτάνες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σαμαλτάνα < ίσως: τουρκική Samat (όνομα διαφόρων τουρκικών χωριών, π.χ. στην επαρχία Simav της Κιουτάχειας) + επίθημα -lan (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σαμαλτάνα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]