Σαρανταπόταμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σαρανταπόταμος οι Σαρανταπόταμοι
      γενική του Σαρανταπόταμου των Σαρανταπόταμων
    αιτιατική τον Σαρανταπόταμο τους Σαρανταπόταμους
     κλητική Σαρανταπόταμε Σαρανταπόταμοι
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σαρανταπόταμος < σαράντα + ποταμός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /sa.ɾan.daˈpo.ta.mos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σα‐ρα‐ντα‐πό‐τα‐μος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σαρανταπόταμος αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]