Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σεβαστόπουλος

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σεβαστόπουλος οι Σεβαστόπουλοι
& Σεβαστοπουλαίοι1
      γενική του Σεβαστόπουλου
& Σεβαστοπούλου
των Σεβαστόπουλων2
& Σεβαστοπουλαίων
    αιτιατική τον Σεβαστόπουλο τους Σεβαστόπουλους3
& Σεβαστοπουλαίους
     κλητική Σεβαστόπουλε Σεβαστόπουλοι
& Σεβαστοπουλαίοι
 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι.
 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Σεβαστοπούλων
 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Σεβαστοπούλους
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σεβαστόπουλος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Σεβαστόπουλος ή πατρωνυμικό Σεβαστ(ός) + -όπουλος

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /se.vaˈsto.pu.los/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σεβαστόπουλος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σεβαστόπουλος αρσενικό (θηλυκό Σεβαστοπούλου)

Μεταγραφές

[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σεβαστόπουλος < (πατρωνυμικό) Σεβαστό(ς) + -πουλος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σεβαστόπουλος αρσενικό (θηλυκό Σεβαστοπουλίνα)