Σιγγιτικός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Σιγγιτικός < εννοείται κόλπος, → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Σιγγιτικός αρσενικό
- ο Σιγγιτικός κόλπος: κόλπος της Χαλκιδικής, ο νοτιοανατολικός
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- Κόλπος Αγίου Όρους
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Σιγγιτικός
|