Σκάρπα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Σκάρπα
      γενική της Σκάρπας
    αιτιατική τη Σκάρπα
     κλητική Σκάρπα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σκάρπα < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈskaɾ.pa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σκάρ‐πα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σκάρπα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Νίκος Νέζης, Τοπωνυμικά της Αττικής, Αθήνα: Ανάβαση, 2013, σελ. 320