Σκαλιστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Σκαλιστής < σκαλιστής
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Σκαλιστής αρσενικό (θηλυκό Σκαλιστή)
Σκαλιστής αρσενικό (θηλυκό Σκαλιστή)