Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σκόδρας

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Σκόδρα

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σκόδρας : πατριδωνυμικό < Σκόδρα + για την κατάληξη

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σκόδρας αρσενικό (θηλυκό Σκόδρα)

Μεταγραφές

[επεξεργασία]