Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σκῶλος

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: σκῶλος

Αρχαία ελληνικά (grc)

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Σκῶλος
      γενική τῆς Σκώλου
      δοτική τῇ Σκώλ
    αιτιατική τὴν Σκῶλον
     κλητική ! Σκῶλε
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «νῆσος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σκῶλος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σκῶλος θηλυκό, μόνο στον ενικό