Σμυρναία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Σμυρναία οι Σμυρναίες
      γενική της Σμυρναίας των Σμυρναίων
    αιτιατική τη Σμυρναία τις Σμυρναίες
     κλητική Σμυρναία Σμυρναίες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σμυρναία < αρχαία ελληνική Σμυρναία (συγχρονικά αναλύεται σε Σμυρναί(ος) + κατάληξη θηλυκού )

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /zmɾˈne.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σμυρ‐ναί‐α

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σμυρναία θηλυκό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Σμυρναίος



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Σμυρναία < Σμυρναῖ(ος) + κατάληξη θηλυκού

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Σμυρναία θηλυκό

  1. (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Σμυρναῖος
  2. γυναικείο όνομα

Αναφορές[επεξεργασία]