Σολομών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Σολομών < ελληνιστική κοινή Σολομών < εβραϊκή שלמה (Shlomo) < שלום (shalóm: ειρήνη) < πρωτοσημιτική *šalām- (ειρήνη, ευημερία)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /sɔ.lɔ.ˈmɔn/
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Σολομών αρσενικό
[επεξεργασία]
- σολομωνική
- σολομώντειος
- Σολομώντος Νήσοι ή Νησιά του Σολομώντα
- → δείτε τις λέξεις Σολωμός και σαλμονέλα
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
Σολομών στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc) [επεξεργασία]
Πτώση | Ενικός |
---|---|
Ονομαστική | Σολομών |
Γενική | Σολομῶντος |
Δοτική | Σολομῶντι |
Αιτιατική | Σολομῶντα |
Κλητική | Σολομών |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /so.lo.mɔː́n/
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Σολομών αρσενικό (ελληνιστική κοινή)
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα εβραϊκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοσημιτική (νέα ελληνικά)
- Ελληνική γλώσσα
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Καθαρεύουσα από τα αρχαία ελληνικά
- Καθαρεύουσα από τα αρχαία ελληνικά χωρίς κατηγορία
- Δάνεια από τα εβραϊκά (ελληνιστική κοινή)
- Προέλευση λέξεων από τα εβραϊκά (ελληνιστική κοινή)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοσημιτική (ελληνιστική κοινή)
- Αρχαία ελληνικά
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνιστική κοινή
- Ανδρικά ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Ιστορία (νέα ελληνικά)
- Ανθρωπωνύμια από τον Καραγκιόζη (νέα ελληνικά)
- Βιβλικά ονόματα (ελληνικά)