Στυλίδα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Στυλίδα | οι | Στυλίδες |
| γενική | της | Στυλίδας | των | Στυλίδων |
| αιτιατική | τη | Στυλίδα | τις | Στυλίδες |
| κλητική | Στυλίδα | Στυλίδες | ||
| Συνήθως στον ενικό | ||||
| Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Στυλίδα < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /stiˈli.ða/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Στυ‐λί‐δα
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Στυλίδα θηλυκό
- παραλιακή κωμόπολη και λιμένας του νομού Φθιώτιδας
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- Στυλίς (καθαρεύουσα)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Στυλίδα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ελπίδα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Κωμοπόλεις της Φθιώτιδας (νέα ελληνικά)
- Κωμοπόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Φθιώτιδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)