Συζήτηση:διδάσκων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μετοχές[επεξεργασία]

Κανονικά η μετοχή του ρήματος διδάσκω είναι διδάσκοντας (άκλιτο) και όχι διδάσκων. [1] και [2]

Διδάσκων είναι η μετοχή του διδάσκω στην αρχαία ελληνική γλώσσα όπου και κλίνεται. [3]

«Η ενεργητική μετοχή φανερώνει τον τρόπο που εκδηλώνεται η ενέργεια του ρήματος, και είναι άκλιτη. Έχει κατάληξη -οντας (π.χ. τρέχοντας) ή -ώντας (π.χ. τραβώντας).» [4]

Μπορούμε να πούμε ότι είναι λόγιος τύπος μετοχής ή καλύτερα επίθετο που προέρχεται από μετοχή της αρχαίας. «Στις γραμματικές της νεοελληνικής γλώσσας οι γραμματικοί αυτοί τύποι παρουσιάζονται είτε ως μετοχές που αποτελούν κληρονομιά από την αρχαία ελληνική και αναβίωσαν με την καθαρεύουσα (Mackridge 1990: 286, Τσοπανάκης 1994: 347) είτε ως επίθετα που προέρχονται από μετοχές της αρχαίας ελληνικής ( Κλαίρης – Μπαμπινιώτης 2005: 234, Holton, Mackridge, Φιλιππάκη -Warbuton 1999: 87). Στο λεξικό Κοινής Νεοελληνικής του Τριανταφυλλίδη και το αντίστροφο Λεξικό της Αναστασιάδη - Συμεωνίδη σημαίνονται ως επίθετα και στο ΛΚΝ το κλιτικό τους παράδειγμα εντάσσεται στην κλίση των επιθέτων.» [5]

«Σε ειδικές περιστάσεις λόγου χρησιμοποιούνται και μετοχές της αρχαίας ελληνικής και χρησιμοπούνται κυρίως ως επίθετα.» [6]

Εδώ κάποιος (όχι ο Σαραντάκος) υποστηρίζει ότι «Δεν είναι καν επίθετα, ουσιαστικά είναι.». [7]

Εδώ, αναφέρει «μετοχές-επίθετα» και «ουσιαστικοποιημένες μετοχές», ο ίδιος ο Σαραντάκος! [8]

Εδώ, για την παρεμφερή διαφωνία μέλλων/μέλλοντας βλέπω πάλι «ουσιαστικοποιημένες μετοχές»... «Οι λέξεις :ο μέλλοντας, το μέλλον και το περιβάλλον παράγονται από τα ρήματα μέλλω και περιβάλλω. Δεν είναι όμως ουσιαστικά αλλά ουσιαστικοποιημένες μετοχές.» [9]

Αναλυτική (εξαντλητική θα έλεγα) μελέτη βρίσκουμε εδώ... [10]

κι εδώ (νομίζω) ακόμη πιο έγκυρη... όπου από ότι κατάλαβα κάποιες μετοχές πήραν θέση επιθέτου και αργότερα όπως και άλλα επίθετα, ουσιαστικοποιήθηκαν. [11]

Το Λεξικό Τριανταφυλλίδη αναφέρει τη λέξη ως κυρίως ουσιαστικό και λόγια μετοχή ενεργητικής του ρ. διδάσκω. [Λεξικό Τριανταφυλλίδη] διδάσκων -ουσα -ον [δiδáskon] Ε12 : (λόγ., κυρ. ως ουσ.) αυτός που διδάσκει, δάσκαλος ή καθηγητής: Διδάσκοντες και διδασκόμενοι συμμετέχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία. [λόγ. μεε. του ρ. διδάσκω] [12]

Εδώ, αναφέρω απλώς ένα δικό μου παράδειγμα: Μόνο διδάσκοντας μπορεί να βελτιωθεί ένας δάσκαλος/καθηγητής/διδάσκων. Stamos (συζήτηση) 17:10, 28 Φεβρουαρίου 2020 (UTC)[απάντηση]

Ευχαριστούμε ιδιαιτέρως, ☏ Stamos20 για το εμπεριστατωμένο σας σημείωμα για τις νεοελληνικές μετοχές. Συχνά οι σελίδες των λημμάτων μας είναι προσχέδια, έτοιμα να δεχτούν παραθέματα, παραδείγματα κλπ. Προσπαθούμε να υπάρχει πάντα γραμματική αναγνώριση και πίνακας κλίσης επιθέτου/μετοχής, που για λόγους χώρου δεν υπήρχε στα έντυπα λεξικά. Από κει και πέρα, νύξη για την προσωπικότητα και τη χρήση των 2 νεοελληνικών και των υπόλοιπων αναβιωμένων μετοχών, θα μπορούσε να γίνει μέσα από συγκεκριμένα παραθέματα. Ο Νεοελληνικός τομέας καλύπτει την περίοδο 1700-σήμερα.
Δεν αντιγράφω το ωραίο σας παράδειγμα (της τελευταίας παραγράφου), ώστε αν θέλετε, να το συμπληρώσετε εσείς ο ίδιος, ώστε να καταγραφεί το δικό σας όνομα. ‑‑Sarri.greek  | 17:42, 28 Φεβρουαρίου 2020 (UTC)[απάντηση]