Συμιακός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: συμιακός

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Συμιακός οι Συμιακοί
      γενική του Συμιακού των Συμιακών
    αιτιατική τον Συμιακό τους Συμιακούς
     κλητική Συμιακέ Συμιακοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

Συμιακός < Σύμη + -ιακός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Συμιακός αρσενικό (θηλυκό Συμιακιά)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη Σύμη

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Συμιακός οι Συμιακοί
      γενική του Συμιακού των Συμιακών
    αιτιατική τον Συμιακό τους Συμιακούς
     κλητική Συμιακέ Συμιακοί
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σολωμός (κλίση: ναός)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Συμιακός < πατριδωνυμικό Συμιακός

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Συμιακός αρσενικό (θηλυκό Συμιακού)

Μεταγραφές[επεξεργασία]