Σωτηράκης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Σωτηράκης < Σωτήρ(ης) + υποκοριστικό επίθημα -άκης (→ και δείτε τη λέξη Σωτήριος)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Σωτηράκης αρσενικό