ΤΕΠ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΤΕΠ < Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈtep/

Συντομομορφή[επεξεργασία]

Τ.Ε.Π. ουδέτερο ακρωνύμιο

  • (ιατρική) τμήμα νοσοκομείου το οποίο υποδέχεται ασθενείς σε επείγουσα κατάσταση
    ※  Την άνοιξη αναμένεται να ξεκινήσει η λειτουργία των νέων Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) στα νοσοκομεία, ενός θεσμού που στοχεύει στην καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών και στον περιορισμό των «πλασματικά» επειγουσών εισαγωγών.
    Πέννυ Μπουλούτζα, Την άνοιξη τα νέα «επείγοντα» νοσοκομείων, Η Καθημερινή, 18 Ιανουαρίου 2003