Ταλίν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ταλίν < προέλευσης από την εσθονική Tallinn, συχνά απαντώμενη παρατονισμένη μορφή του Τάλιν, το οποίο αποτυπώνει ορθά την εσθονική προφορά [ˈtɑlʲˑinˑ]
Προφορά[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ταλίν ουδέτερο άκλιτο στον ενικό
- άλλη μορφή του Τάλιν
- ※ Η ελληνική αντιπροσωπεία η οποία βρίσκεται στο Ταλίν […] είχε την ευκαιρία να συναντήσει παράγοντες του παγκόσμιου στίβου («Ολοκληρώθηκαν οι εργασίες στο Ταλίν», ΣΕΓΑΣ· πρόσβαση: 2019-11-03).
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- Ταλλίν (μη απλοποιημένη γραφή)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Ταλίν
|