Ταταύλα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Ταταύλα
      γενική των Ταταύλων
    αιτιατική τα Ταταύλα
     κλητική Ταταύλα
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ταταύλα < Τατάβλα < Τα Τάβλα (οι στάβλοι) < τουρκική tavla[1]

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ταταύλα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Παράγωγα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Επίσκοπος Παμφίλου Χριστόδουλος Μελισσηνός, Τα Ταταύλα, ήτοι Ιστορία των Ταταούλων (Κωνσταντινούπολη: Τύποις Α.Α. Κορομηλά, 1913), σ. 11.