Τιλχαβέζος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τιλχαβέζος < tilavet • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /til.xaˈve.zos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τιλ‐χα‐βέ‐ζος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τιλχαβέζος αρσενικό
- → ζητούμενο λήμμα → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
- ※ [δημοτικό] Του Τσέλιου, Τραγώδια των νεωτέρων Ελλήνων, συλλεχθέντα και μεταφρασθέντα εις τα Γερμανικά και εξηγηθέντα για σημειώσεων υπό Καρόλου Θεοδώρου Κίνδ, 1827, σελ. 14 @books.google
- Κ' ο Τιλχαβέζος φώναξεν από το μετερίζι :
«Έκβα , Τσέλιε μ', προσκύνησε, προσκύνα τον Βεζύρην»
Τσέλιος τ' απελογήθηκεν από το μετερίζι :
«Όσον 'ν' ο Τσέλιος ζωντανός, πασάν δεν προσκυνάει,
Πασάν 'χει Τσέλιος το σπαθί, Βεζύρην το τουφέκι»