Τιρ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τιρ < παλαιά νορβηγική Týr (θεός) < πρωτογερμανική *Tīwaz < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *dhyeu (θεός)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τιρ αρσενικό άκλιτο
- (σκανδιναβική μυθολογία, θεωνύμιο) μονόχειρας θεός του Εσίρ, θεός του πολέμου και της μάχης. Ήταν γιος του Οντίν ή του Χύμιρ.
- μη απλοποιημένη γραφή: Τυρ
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Τυρ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Τιρ
|