Τομάζος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Τομάζος < ιταλική Tomaso

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Τομάζος αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]