Τσβετάνα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Σβετλάνα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Τσβετάνα οι Τσβετάνες
      γενική της Τσβετάνας
    αιτιατική την Τσβετάνα τις Τσβετάνες
     κλητική Τσβετάνα Τσβετάνες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Τσβετάνα < (μεταγραφή) βουλγαρική Цветана

Μεταγραφή[επεξεργασία]

Τσβετάνα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]