Φένια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Φένια οι Φένιες
      γενική της Φένιας
    αιτιατική τη Φένια τις Φένιες
     κλητική Φένια Φένιες
Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο.
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Φένια < από διάφορα γυναικεία ονόματα, κυρίως από τα Θεοφανία και Φωτεινή / Φανή, ή χαϊδευτική περικοπή ονομάτων με κατάληξη -ένια, όπως Χρυσαφένια, Γαρουφαλένια (υποκοριστικό του Γαρουφαλιά), Καφένια κ.τ.π.

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Φένια θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]