Φανερός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Φανερός οι Φανεροί
      γενική του Φανερού των Φανερών
    αιτιατική τον Φανερό τους Φανερούς
     κλητική Φανερέ Φανεροί
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σολωμός (κλίση: ναός)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Φανερός < φανερός

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Φανερός αρσενικό (θηλυκό Φανερού)

Μεταγραφές[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Φανερός οἱ Φανεροί
      γενική τοῦ Φανεροῦ τῶν Φανερῶν
      δοτική τῷ Φανερ τοῖς Φανεροῖς
    αιτιατική τὸν Φανερόν τοὺς Φανερούς
     κλητική ! Φανερέ Φανεροί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Φανερώ
γεν-δοτ τοῖν  Φανεροῖν
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Φανερός < φανερός

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Φανερός αρσενικό

Αναφορές[επεξεργασία]