Φιλήμων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Φιλήμων < αρχαία ελληνική Φιλήμων

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Φιλήμων αρσενικό

  1. αρχαίο ανδρικό όνομα
  2. (χριστιανισμός) το δέκατο όγδοο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, με ένα μόνο κεφάλαιο, που αποτελείται από είκοσι τέσσερις στίχους.
  3. όνομα του συνεργάτη του Παύλος.

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Φιλήμων < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Φιλήμων αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]