Φιλοποίμην
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Φιλοποίμην < αρχαία ελληνική < φιλο- + ποιμήν
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Φιλοποίμην αρσενικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Φιλοποίμην
|