Φλοράλια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Φλοράλια
      γενική των Φλοραλίων
    αιτιατική τα Φλοράλια
     κλητική Φλοράλια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Φλοράλια < λατινική Floralia

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Φλοράλια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • (θρησκεία) εορτές προς τιμή της θεάς της βλάστησης, της Χλωρίδας (Flora)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]