Χαμηλοβλεπούσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: χαμηλοβλεπούσα, χαμηλοβλεποῦσα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Χαμηλοβλεπούσα
      γενική της Χαμηλοβλεπούσας
    αιτιατική τη Χαμηλοβλεπούσα
     κλητική Χαμηλοβλεπούσα
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Χαμηλοβλεπούσα < → δείτε τη λέξη χαμηλοβλεπούσα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /xa.mi.lo.vleˈpu.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χα‐μη‐λο‐βλε‐πού‐σα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Χαμηλοβλεπούσα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. «χαμηλοβλεποῦσα» - Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .