Χιμάρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Χιμάρα
      γενική της Χιμάρας
    αιτιατική τη Χιμάρα
     κλητική Χιμάρα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Χιμάρα < αρχαία ελληνική Χίμαιρα < χίμαιρα < χίμαρος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ǵʰeym- (χειμώνας, λευκός)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Χιμάρα θηλυκό

  • περιοχή στη νότια Αλβανία και τμήμα του Νομού Αυλώνα
    ※ Η βενετική αυτή νίκη, σε συνδυασμό με άλλες ανάλογες στρατιωτικές επιτυχίες στα δαλματικά παράλια και στο Μαυροβούνιο άνοιξαν τον δρόμο για την επανάσταση πολλών χωριών της Ηπείρου, από το Αργυρόκαστρο και τη Χιμάρα ως το Σούλι και τις παρυφές της Άρτας. (Ιστορία του ελληνικού έθνους. Ο ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (περίοδος 1669–1821): Τουρκοκρατία, λατινοκρατία, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1975, ISBN: 978–960–213–107–7, σελ. 31)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]