Χιος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Χιος | ||
γενική | της | Χιος | ||
αιτιατική | τη | Χιο | ||
κλητική | Χιο | |||
Προφέρεται ως μονοσύλλαβο με συνίζηση και δεν φέρει τόνο. Δείτε και Χίος. | ||||
όπως «Χιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈços/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Χιος [μονοσύλλαβη με συνίζηση]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Χιος θηλυκό
- (δημοτική, λαϊκότροπο ή ιδιωματικό) άλλη μορφή του Χίος
- ※ κι από τότες αφ’ τη Χιος / εν περνά ο ξαποδώς / […] / Είντα γίνεται στη Χιό; / Όσα και να θυμηθώ, / εν μπορώ όλα να τα πω
- στίχοι από το ποίημα του Γ. Κρόκου, «Είντα γίνεται στη Χιό», περιοδικό Δάφνη (Δαφνώνας Χίου), αρ.φύλ. 29 (Οκτώβριος 2013), σελ. 2· πρόσβαση: 2020-09-25
- ※ Επέρασεν ο Όμηρος απέ της Χιος τα μέρη
- τίτλος βιβλίου του Χριστόφορου Γ. Γατανά· Χίος: εκδόσεις Αιγέας, 2002, ISBN 960-87298-3-1
- ※ κι από τότες αφ’ τη Χιος / εν περνά ο ξαποδώς / […] / Είντα γίνεται στη Χιό; / Όσα και να θυμηθώ, / εν μπορώ όλα να τα πω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Χιος
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ανώμαλα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Δημοτική (νέα ελληνικά)
- Λαϊκότροποι όροι (νέα ελληνικά)
- Ιδιωματικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Νησιά της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Νησιά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα ποίησης (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)