άλμα εις τριπλούν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | άλμα εις τριπλούν | τα | άλματα εις τριπλούν |
γενική | του | άλματος εις τριπλούν | των | αλμάτων εις τριπλούν |
αιτιατική | το | άλμα εις τριπλούν | τα | άλματα εις τριπλούν |
κλητική | άλμα εις τριπλούν | άλματα εις τριπλούν | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]άλμα εις τριπλούν < → δείτε τις λέξεις άλμα, εις και τριπλούν (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική triple jump ή μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική triple saut[1])
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]άλμα εις τριπλούν
- (αθλητισμός) αγώνισμα του στίβου στο οποίο ο αθλητής κάνει τρία συνεχόμενα άλματα και προσγειώνεται σε σκάμμα
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] άλμα εις τριπλούν
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ τριπλούν - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα))
Πηγές
[επεξεργασία]- τριπλούν - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- τριπλούς, άλμα - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κύμα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση ουδέτερων πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αθλητισμός (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)