άριος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- άριος < Άριος < αρχαία ελληνική Ἄριος (Μήδος)
Επίθετο[επεξεργασία]
άριος -α -ο
- που αναφέρεται στους Άριους, της Λευκής Φυλής· ο όρος χρησιμοποιήθηκε κυρίως από οπαδούς ρατσιστικών αντιλήψεων και το ναζισμό
- η αρία φυλή